Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά.

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2022

 


Ο τόπος

 

το πλυσταριό στη Μπουμπουλίνας

το χιόνι στο στρατόπεδο Διονύσου όπου σύρθηκε γυμνή η Μαρία

το λευκό κελί στην ΕΑΤ/ΕΣΑ

ο πάγκος με τα σχοινιά

η απομόνωση

το χαρτί της σοκολάτας

όπου η Μέλπω κράτησε

το ημερολόγιο της φυλακής

το Γ΄ σώμα στρατού

 

μα πάνω απ’ όλα

το Σώμα

της δεσμώτισσας Γυναίκας

 

–ο μόνος μας τόπος–

 

κι ας έλεγε ο Γλαύκων στον Σωκράτη

Άτοπον λέγεις εικόνα και δεσμώτας ατόπους

 

Κ.Κ. 14-12-’22

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

 


Κάθε χρόνο

τέτοια μέρα

 

Κάθε χρόνο

τέτοια μέρα

σβήνουμε το φως

και με μάτια κλειστά

ακραγγίζουμε το ίδιο παλίμψηστο

 

όμως το αίμα αυτό δε μιλιέται

η πίκρα αυτή δε λογίζεται

 

πολύ το ζαλίζετε

θα πουν

ένα μπανγκ είναι

θα πουν

μια τόση δα τρυπούλα

στο κεφαλάκι

του μπάσταρδου

 

Κάπως έτσι

κάθε χρόνο

τέτοια μέρα

σπάει το ίδιο σπυρί

οι δρόμοι της πόλης

καλουπώνουν το απόστημα

μπανγκ

 

όμως

το λίβινγκ ρουμ

δε φοβάται

το λίβινγκ ρουμ

φορά αλεξίσφαιρες πιτζάμες

το λίβινγκ ρουμ

τέμενος απαραβίαστο

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Πέρα απ’ τη γραμμή

στην άλλη πλευρά

τίποτε

μα τίποτε

δεν φοβάμαι

 

έτσι κάθε χρόνο

τέτοια μέρα

βγαίνω άοπλος στο κεντρικό δελτίο

με την ίδια σκιά

στον δέκατο θωρακικό σπόνδυλο

 

ξένο σώμα

λένε οι γιατροί

δ ι κ ό  μ ο υ

φωνάζω εγώ

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

εν τω μεταξύ

όλη νύχτα

το λίβινγκ ρουμ

καλά του κάνανε

μπανγκ

αναμάρτητο

βάλλει

 

Κ.Κ. 06/09-12-’22

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2022

 

Ο ποιητής, ο μαντευτής κι ο μάγος

 

Σας ερωτώ λοιπόν: Ποια ήταν η τελευταία της παραφοράς φορά; Κατέλυσε κάποτε ο ίμερος στο δέρμα σας; Βαδίσατε ποτέ του χαμού σας;

       Αυτά κι άλλα παρόμοια μας ρώτησε. Ύστερα έδωσε την προφητεία του –Έρως σταυρωθήσεται– κι έσυρε θρήνο βαρύ για τη γενιά μας. Όχι που δεν τα βλέπαμε εμείς αυτά, που δεν ξέραμε σε τι γκρεμό βγάζει ο ίσιος δρόμος, που δε νιώθαμε σκαλωμένοι στις ράγες και το τρένο να ’ρχεται σφυρίζοντας. Αλλά πού.

       Άρον άρον τον σταυρώσαμε, αποδώσαμε το πτώμα στους συγγενείς –προπάντων η παράδοση– κι ύστερα συνεχίσαμε τα ίδια –μήνας μπαίνει. Με τα πρώτα σύννεφα τρυπώσαμε στα καταφύγια. Ανόητοι. Τάχα δεν έχει τρόπους το κακό; Ο επιθανάτιος σπασμός μάς βρήκε κρεμασμένους στα δέντρα.

 

Αλέκτορος λαλήσαντος τρις Έρως ανέστη.

 

Κ.Κ. 02-12-’22

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2022

 

Η πετρωμένη

Στον Π.

 

-     Τι έχεις; -του λέω.

-     Ο αδερφός μου. Σαράντα χρόνια μαζί –μου λέει. Και στη δουλειά έτσι, κολλητοί.

Και να τρίβει τους δείκτες του τον ένα με τον άλλο.

-     Τι έχει;

-     Δε γλιτώνει, δάσκαλε. Όλη μέρα εκεί είμαι.

-     Γι’ αυτό λείπεις;

-     Μου κρατάει το χέρι και μου λέει «βοήθα με».

-    

-     Ξέρω που δεν έγραψα καλά στο διαγώνισμα. Ήρθα όμως. Το ήθελα.

Σκέφτηκα να του πω για τον φίλο μου. Στα πενήντα ένα του αυτός. Αρρώστια δίχως όνομα.

   Το γύρισα στις λύσεις. Χτύπησε κουδούνι.

 

Κ.Κ. 25-11-’22

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2022

 


Ενύπνιο. Το τρίτο.

 

Είχα –λέει– ένα νεροχέλωνο, απ’ αυτά που εμπορεύονται τα μαγαζιά με τα κατοικίδια. Ίσα που χωρούσε στη γυάλα –είχε μεγαλώσει. Το καύκαλό του είχε πιάσει μούργα κι είπα να το καθαρίσω. Η βρώμα έβγαινε σαν πέτσα. Την τράβηξα μονοκόμματα. Στο τέλος, προς την ουρά, το καβούκι ξεκόλλησε και φάνηκε από κάτω το δέρμα. Το ζώο σπαράζοντας σκαρφάλωσε έξω απ’ τη γυάλα. Δεν το έσπρωξα πίσω –ήταν τρομακτικά. Ξύπνησα με την αίσθηση ότι πρέπει να πατάω σαν τη γάτα.

       Ελαφροπατώντας σου τα γράφω κι αυτά. Γιατί δεν είναι μόνο οι μέρες σου, ρε φίλε, που ξοδεύτηκαν σαν τις σπίθες στο τζάκι, είναι κι η τύψη μου που πήρα να ξεσκονίσω το κολλητιλίκι μας, όταν τα μαλλιά σου πέφτανε τούφες χάμω κι εσύ –γδαρμένη χελώνα– σκαρφάλωνες τη γυάλα της ογκολογικής.

 

Κ.Κ. 16-11-’22

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2022

 


Επεισόδια

 

Κάποιοι γονείς φοβούνται επεισόδια. Τη 17η Νοέμβρη δεν στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Όταν γυρίσουν σπίτι απ’ τη δουλειά τα μαζεύουν στο τραπέζι για φαγητό. Σήμερα έχουν όπλα. Τα παιδιά νοστιμεύονται. Μια σφαίρα εξοστρακίζεται στο σώμα του Αλέξη. Οι υπόλοιπες χτυπάνε απευθείας στον στόχο. Κουμής, Κανελοπούλου, Καλτεζάς. Τελευταίος σωριάζεται ο Σπαρτίδης. Το βράδυ, τα παιδιά παίζουν υπολογιστή κι οι γονείς κεντρικό δελτίο. Βγαίνουν ο Σπαρτίδης κι οι υπόλοιποι απ’ τις οθόνες, άλλοι στο παιδικό άλλοι στο καθιστικό, αρπάζουν τα όπλα, τα βάζουν χάμω στο σαλόνι. Εμφανίζονται κάτι αντάρτες με μούσια. Βάζουν κι εκείνοι τα δικά τους. Τα όπλα ένας σωρός μέχρι τον ουρανό. Σκαρφαλώνουν κλαίγοντας. Φλεβάρης του ’45. Εκεί Βάρκιζα, εδώ Πολυτεχνείο.

 

Κανένα έγκλημα δεν τέλειωσε ποτέ.

 

Κ.Κ. 17-11-’22

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

 


Ενύπνιο. Το πρώτο.

 

Πλάγιασα βαρύς. Απ’ την πλευρά που ’ρχονται τα κακά όνειρα.

Ήτανε λέει παλιές μου τάξεις, μαθήτριες και μαθητές, μέχρι είκοσι χρόνια πριν. Όλοι τους γερασμένοι κι ανήμποροι κι εγώ όπως είμαι τώρα που γράφω, μεσόκοπος. Και να ζηλεύουν τα δικά μου χρόνια και να με κοιτάνε πώς κοιτά ο μάστορας τον άμαθο τον κάλφα που φτιάχνει τέχνη κακή.

            Τι έκανα, τι δεν έκανα –όλα χωρέσαν μέσα στο γιατί που μου φώναξαν και μ’ έβγαλε απ’ τ’ όνειρο.

  

Ενύπνιο. Το δεύτερο.

 

Να κατηφορίζεις την πλατεία Ναβαρίνου μ’ εκείνο το υποσχετικό σου πουκάμισο κι εμένα να μη με νοιάζει το τρέμουλο ούτε οι σκοτοδίνες που κοπανούσα σφηνάκια –μόνο τα λόγια μου που πέθαιναν αφίλητα στο στόμα.

 

Κερατά κόσμε! Πόσα θες να μου ξαναχαρίσεις τέτοιο θάνατο!

 

 

Κ.Κ. 11-’2022


Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022

 

Από το πουθενά

 

Κι ας ήταν ένα πρωί του πουθενά, με μποτιλιάρισμα και με τον κόσμο μυρμήγκια στη στάση. Απ’ αυτό το πουθενά εμφανίστηκες, με το ούτι στον ώμο και το μαλλί κατράμι, ξόδεμα απ’ τον σφιχτό σου κότσο. Σύννεφο να τραγουδάς την ψίχα της Ανατολής και το νερό της Δύσης. Και το φτερό σου να σκάει στις χορδές πώς σκάει η θάλασσα στα βράχια. Φως μου, τι σκοτάδια σε κύκλωσαν!

Τέλος, πλησίασε το λεωφορείο. Έβγαλες το πτυσσόμενο μπαστούνι. Ανέβηκες ψηλαφώντας. Τρεις στάσεις μετά, λίγο πριν κατεβείς, σκάλωσες το φτερό σου στις χορδές. Γύρισες τα μάτια σου να με κοιτάξεις.

 

Κόντυνε η ανάσα μου από τότε.

 

 

Κ.Κ. 21-10-’22

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2022



Ράβε - ξήλωνε


Ξηλώνεται η αγάπη –όταν τη φοράμε όπως οι καραβανάδες τα διακριτικά τους. Για να το πούμε αλλιώς, η αγάπη είναι η μόνη ραφή που υπάρχει μονάχα για να ράβεται –κάθε βροτός βελόνα και κλωστή.

 

Κάθε ξήλωμα, με τις οδύνες του, μια προοπτική συρραφής.

 

Κάθε γέννα, με τις ωδίνες της, ξήλωμα. Η αγκαλιά της μάνας η πιο γερή ραφή.

 

Αγάπη είναι η ροπή του καρφιού προς το ξύλο –και αντιστρόφως.

 

Μακρύς και φιδογυριστός ο δρόμος της αγάπης –πάνω απ’ όλα αμφίδρομος. Αν τον πάρεις μόνος, σε μια φουρκέτα το φίδι δαγκώνει την ουρά του.

 

Η αγάπη κάστρα καταλεί –για να τα χτίσει ψηλότερα. Έτσι μ’ αυτό το ράβε - ξήλωνε αγγίζουμε κάποτε τον ουρανό.

 

Κ.Κ. 15-10-’22

 

 

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022




Ζυγιά

 

Τρία κατάρτια μπρούτζινα

κι οχτώ μαλαματένια

κι οι ναύτες παιχνιδιάτορες

κουρντίζουνε το κύμα

 

Η λύρα είναι θάλασσα

κι η θάλασσα είναι λύρα

και το λαγούτο Ζέφυρος

Μαΐστρος, Τραμουντάνα

 

κι όντας θα ζευγαρώσουσι

και πούσι το γιαλέσα

βαρεί σκοπό επτάσημο

ο μέγας χορδοσείστης

 

κι ο Χάροντας λιγώνεται

θρηνεί, μοιρολογιέται

 

 

Κ.Κ. 12-10-’22


Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

 


Όταν αδειάζει ένα σπίτι

 

Όταν αδειάζει ένα σπίτι το παίρνει μυστικό ποτάμι. Στα κούφια του δωμάτια ρέει ο χρόνος των παλαιών κατοίκων. Η κρεβατοκάμαρα είναι γεμάτη από νεκρά κύτταρα ηδονών. Στο παιδικό η αθωότητα παίζει –ξεχασμένη πια– με τα παιχνίδια της. Στα ντουλάπια της κουζίνας τα γυαλικά με το ρυζόγαλο και την κανέλα. Στο καθιστικό φαρδιά - πλατιά η καθημερινότητα –κοιμάται με την τηλεόραση ανοιχτή. Στο σαλόνι το σπίτι καδράρει τον εαυτό του. Στην τουαλέτα κλειδωμένη η προσφύγισσα εφηβεία.

       Μέχρι να περάσεις απ’ όλα τα δωμάτια το σπίτι εκβάλλει στο δικό του σπίτι κι αυτό στο δικό του κι όλο πάει, ώσπου τα πάθη μας ανεβαίνουν ψηλά κι ανάβουν τ’ αστέρια.

 

Κ.Κ. 09-10-’22

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

 


Νέκυια

 

Ι

Καθώς έφευγε ο Οδυσσέας απ’ τον Άδη ήρθε και του ’φραξε τον δρόμο ο Αστυάνακτας, που οι Αχαιοί γκρεμίσανε μωρό απ’ τα τείχη της Τροίας. Τα χέρια του Δαναού μες στα αίματα.

«Θεού θέλημα» φώναξε ο Αστυάνακτας κι άρχισε να του γλείφει τις παλάμες. Τελειώνοντας «Έτσι λατρεύεται ο Άνθρωπος» είπε κι έφυγε.

 

Έκτοτε ο Οδυσσέας μηχανεύεται τον νόστο του και κάθε βράδυ ρίχνεται μωρό απ’ τα τείχη της Τροίας.

 

ΙΙ

Το αίμα σαν το ποτάμι –δεν γυρίζει πίσω.

 

ΙΙΙ

Ο θάνατος, μαύρος καθρέφτης, αντανακλά τη ζωή –καθώς την προϋποθέτει.


Κ.Κ. 01-10-'22

 

Η Ανδρομάχη προσπαθεί να διαφυλάξει τον Αστυάνακτα από τον Οδυσσέα.

Silvestre, Louis de, 1708.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

 

Διάλογος

 

Α

κάθε που σε τσαλακώνω

τα μάτια σου πάνω μου

βαριά νεροποντή

 

υπάρχει βεβαίως και η ποίηση

μα πόσα κρίματα

κι αυτή να σηκώσει;

 

Β

κάθε που με τσαλακώνεις

μαύρο πουλί στα μάτια μου

η διάψευση

 

υπάρχει βεβαίως και η θάλασσα

μα πόσα δάκρυα

κι αυτή να χωρέσει;

 

[…]

 

Τέτοια ακούγοντας η θάλασσα κι η ποίηση έφυγαν –για να μην απορείτε πώς στέρεψε ο κόσμος.

 

 

 

Κ.Κ. 25-09-‘22

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022



 Παράθυρα

 

γεννιόμαστε

παράθυρα στο φως

χτίστης ο χρόνος

μας τυφλώνει



Γεφύρια

 

Γεφύρι πέτρινο η ζωή. Στο πρώτο κλάμα ένα πουλί μ’ ανθρώπου γλώσσα μάς στοιχειώνει. Τα χρόνια ένα ένα περνούν απέναντι. Στο τελευταίο το γεφύρι γκρεμίζεται.

 

Όλο αυτό για να μην μένει άεργος ένας πρωτομάστορας.

 


Κ.Κ. 09-’22

Οι φωτό δικές μου: Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης, Γεφύρι Κουσιουμπλή, μεταξύ Ζούζουλης και Επταχωρίου

 


Διός

 

Στο μεγαλύτερο δικαστήριο της ανθρωπότητας κατηγορούμενος θα είναι ο χρόνος –κι η ηδονή που μας τον χάρισε.

       Οι ένοχοι θα καούν σε πυρά, παρέα με τ’ άλογα και τα αφηρωισμένα τους όπλα.

       Θρήνος μεγάλος θα σηκωθεί. Οι μαυροφόρες θα γδάρουν το πρόσωπό τους. Ύστερα θα πλύνουν τα καμένα κόκκαλα με κόκκινο κρασί και θα τα κλείσουν σε ασημένια λάρνακα.

       Είναι αυτή που χιλιάδες χρόνια αργότερα θα βρουν οι αρχαιολόγοι αναζητώντας τον πόνο –τον κοινό πατέρα θεών και ανθρώπων.

 

Κ.Κ. 09-’22

 

Η φωτό δική μου: αρχαιολογικό μουσείο Ιωαννίνων

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2022

 

είπα να σου ψελλίσω μιαν άρνηση

«Ωραία τα βουνά!»

μα πέσαν τα στήθη σου πάνω μου

και μου κρύψανε τον ήλιο

 

θάλασσά μου

 

 

 Αγάπη όπως θάλασσα

 

Δεν είναι η θάλασσα σαν την αγάπη.

Η αγάπη είναι σαν τη θάλασσα.

Μόνο στον κόρφο της

σμίγουνε παράνομα

το φως και το σκοτάδι.

 

Θαλασσογραφία VI

 

K.K. 10-09-’22

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2022

 



λάμπουν οι κορυφές καρβουνιασμένα σώματα

κι οι φλογοκρύπτες των αποσπασμάτων παπαρούνες

σπίτι η ψυχή

που ονειρεύεται ουρανό

 

μέσα του ακοίμητες

οι αστοχίες των απογειώσεων


Κ.Κ. 04-09-'22

Ο πίνακας είναι του Mark Rothko.

Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2022

 


[έφυγες]

 

έφυγες

γερασμένο πουλί

περιμένοντας την τροφή στο στόμα

ενόσω σε μαδούσαν

ο χρόνος

κι η απώλεια

 

τώρα

με το νόμισμα στο ράμφος

ναυλώνεις τον χρόνο

απ’ την ανάποδη

μαθαίνεις απ’ την αρχή

τη μηχανική των ιδεών

την αβασταγή της συνείδησης

τις αφηρημένες έννοιες των σωμάτων

αναπτερώνεσαι

 

να ίπτασαι όπου αγαπάς

θα σε θυμάμαι

 

Κ.Κ. 29-08-’22

Η φωτό δική μου

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2022



Δελτάριο σ' έναν ποιητή (3)

Μπαξέ Τσιφλίκι, 28-08-'22

Αγαπητέ Κωνσταντίνε,

Δε λέω...
Το σώμα δεν είναι πολιτεία
εκτάκτως οχυρή
όμως κάποτε
οι κόγχες των ματιών
χωρούν όλη την απέραντη θάλασσα

Θερμός χαιρετισμός εκτίμησης
Κώστας Κουτρουμπάκης


Τετάρτη 24 Αυγούστου 2022

 


Λόχμες

 

Ο άνθρωπος φυτρώνει στο δάσος με τις σιδερένιες λόχμες. Θάλλει διά του πάθους της διεισδύσεως εν όσω η λήθη αργά, επίμονα σβένει τις ασήμαντες παραμέτρους. Όπως, για παράδειγμα, ότι το αίμα -όσο γλυκύ- οξειδώνει.


Κ.Κ. 24-08-'22

Η φωτό δική μου από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων.

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2022

 


Εξομολόγηση ενός κολλητού

 

Μ’ είχε νηστέψει η μάνα. Τις δύο τελευταίες μέρες χωρίς λάδι. Μου το ’πε καθώς μ’ ετοίμαζε να κοινωνήσω. Ύστερ’ από λίγο βρισκόμουν στο μπακάλικο του πατέρα.

-     Η μαμά είπε να σου γυρέψω μετάνοια. Θα με συχωρέσεις;

-     Δε γίνεται έτσι. Πρέπει να γονατίσεις και να μου φιλήσεις το χέρι. Πάμε πίσω.

 

Το πίσω ήταν ο χώρος πίσω απ’ το ψυγείο, ένα μεγάλο ψυγείο μάρκας «Τόλης» με νοτισμένα τζάμια κι από πάνω μια στοίβα με χαλβάδες -το οιονεί άδυτο του μαγαζιού.

       Την ώρα που του φιλούσα το χέρι τα μάτια μου καρφωμένα στη γωνιά του πάγκου, δίπλα στο ξύλο που κόβαμε το τυρί· εκεί που είχα βρει τυλιγμένη σε μια λαδόκολλα την τράπουλα με το σκληρό πορνό.

-     Τι είναι αυτά, μπαμπά;

-     Τίποτε. Μου τα ’φεραν να τα δώσω σ’ ένα πελάτη.

 

Ακόμη αυτή η συχώρεση. Σαράντα πέντε χρόνια πια. Δεν ξανανήστεψα. Κι εκείνος νεκρός.

 

Κάπως έτσι μου τα ’πε. Ε, τα ’στρωσα και λίγο συγγραφική αδεία.

 

Κ.Κ. 11-08-’22

Σάββατο 13 Αυγούστου 2022

 


Δεκαπενταύγουστος (ξανά)

 

Δεκαπενταύγουστος. Ο Αη-Γιώργης και πάλι το θεριό -λένε. Οι ιατροδικαστές μετρούν τις πληγές. Συντάσσουν το πόρισμα. Νεύουν. Οι εκατόνταρχοι δίνουν το σώμα στο πλήθος. Θέρως νενίκηται.

 

Στο μεταξύ ο προφήτης ετοιμάζει το αλέτρι, τους σπόρους, μοιράζει ξανά στα τζιτζίκια τις παρτιτούρες της ρυθμικής αγωγής· διδάσκει και πάλι στα σώματα τις πληγές των ερώτων.

 

«Γίνονταν ωραίοι έρωτες, γιατί πήγαιναν μαζί στο θάνατο. Ο θάνατος δεν είχε την έννοια του θανάτου. Είχε την έννοια της ζωής. Πηγαίναμε να πεθάνουμε για την ωραία ζωή.»

Διδώ Σωτηρίου

 

Κ.Κ. 15-08-’22

 

Το παιδί της Παναγιάς

 

[Λαύρα. Οι εκδρομείς καραβιές. Οι τσιγγάνοι στην προκυμαία. Η εμπριμέ παραλία. Οι ευλαβείς προσκυνητές. Οι πάγκοι στον περίβολο. Οι επίσημοι. Η εποποιία του δεκαπενταύγουστου.

Δύο άντρες συζητούν σε παραλιακό καφενείο. Ο ένας με συγγραφικές περγαμηνές, περπατημένος. Ο άλλος λαϊκός, ξενιτεμένος χρόνια, σε θερινές διακοπές στον γενέθλιο τόπο.]

 

«Θεομπαίχτες!»

«Μάζεψε το στόμα σου ανόητε! Ας μην ήταν η χάρη Της και να δεις πόσοι θα μέναμε στο δρόμο!»

«Ναι! Για σας κοιμήθηκε η Παρθένος... Για να μαζώνετε λεφτά απ’ τα κορόιδα και να τα σκορπάτε στα ξύδια και στις γυναίκες. Οι μεγαλόσταυροι σας μάραναν!»

 

-     Πάνω κάτω έτσι εξελισσόταν ο διάλογος. Ηδονιζόμουν να τον ακούω να τους πατάει τον κάλο. Πιο πολύ γιατί δεν του γύριζαν πίσω σχεδόν τίποτε –δεν είχαν άλλωστε, ο τύπος ήταν καθαρός ουρανός. Αυτοί κάνανε πλάτες ο ένας του αλλουνού –ελληνική επαρχία, αλληλεγγύη της λερωμένης φωλιάς.

Εκείνος πάλι αλληλεγγύη κανονική, άνθρωπος με άλφα κεφαλαίο. Σχολούσε απ’ το ξενοδοχείο και γραμμή στο camp. Εθελοντής στα μαγειρεία. Στο νησί είχαν αρχίσει από καιρό να φτάνουν οι σκυλοπνίχτες από απέναντι.

 

Την Αϊσέ –οι γονείς της μουσουλμάνοι της Συρίας– την έλεγε «παιδί της Παναγιάς». Η μάνα της, σχεδόν γριά, άκουσε για τη μονή της Παρθένου της Σεϊντνάια, που συντρέχει όλες τις άτεκνες, χριστιανές και μουσουλμάνες. Δύο βραδιές νυχτέρεψε μπροστά στο εικόνισμά της κι εκείνη έκανε το θαύμα της.

      Η Αϊσέ βγήκε ανατολίτισσα με παριζιάνικη μύτη, φρύδια γραμμένα και χειλάκια για διαφήμιση. Ξύπνιο παιδί, από μικρό μέσα σ’ όλα.

      Τον πόλεμο τον μυρίστηκε από νωρίς. Παράτησε δευτεροετής το πανεπιστήμιο, σήκωσε μικροκαταθέσεις, σκότωσε χρυσαφικά, φίλησε μάνα και πατέρα και πήρε τον μεγάλο δρόμο. Είχαν κάτι συγγενείς στη Γερμανία.

Τα λεφτά σώθηκαν στα μικρασιατικά παράλια. Έπεσε στην ανάγκη των λαθροδιακινητών. Πάνω απ’ το κορμί της πέρασαν. Τα χειλάκια τα ’ραψε στο hot spot –όχι σε ένδειξη διαμαρτυρίας, από φόβο μην της ξεφύγει κουβέντα. Μάταια όμως. Υπήρχαν καλοθελητές –κι είχαν μάθει.

      Στο camp το κακό συνεχίστηκε. Άντρες –μικροί και μεγάλοι. Κάποιες σιωπές πληρώνονται.

      Δεν εμπιστευόταν άλλον. Τον περίμενε κάθε απόγευμα να την πάρει μαζί του στα μαγειρεία, ν’ ανασάνει. Μιλούσαν ελάχιστα. Εκείνος είχε καταλάβει –είχε δει τα βλέμματά τους τα λαίμαργα. Είχε κάποιες γνωριμίες στο camp, είπε να την προσέχουν.

      Λάλησαν όλοι τότε: η «χριστιανογεννημένη», η «προδότρα του Αλλάχ», η «μαγαρισμένη».

      Οι συναντήσεις στα μαγειρεία συνεχίστηκαν. Το κορίτσι όμως έκλαιγε βουβά δάκρυα. Λέξη δεν της έπαιρνε. Ούτε αυτός ούτε οι ψυχολόγοι των ΜΚΟ. Ύστερα μπήκε σε αγωγή βαρέως τύπου.

      Σαν σήμερα τη βρήκανε. Βιασμός κατ’ εξακολούθηση και ανθρωποκτονία. Τρόμαξαν να τη γνωρίσουν. Τα σύνεργα του εγκλήματος όλα απ’ τα μαγειρεία. Με τα δακτυλικά του αποτυπώματα.

      Οι καλοθελητές κελαηδούσαν. «Σημαδεμένη», «Μπαστάρδικο των απίστων» και άλλα.

 

-      Κι εσύ πού τα έμαθες όλα αυτά;

-      Τον επισκέπτομαι στη φυλακή.

-      Στο δικαστήριο τι έγινε;

-      Τους είπε ότι τους είχε δει να τους παρακολουθούν στα μαγειρεία. Δε βρέθηκαν όμως μάρτυρες. Κι όσο για αποτυπώματα, παντού μόνο τα δικά του. Ούτε γενετικό υλικό ούτε τίποτε.

-      Το ’χανε στήσει καλά μάλλον. Είναι ν’ απορείς όμως.

-      Με τι;

-      Να, πώς γίνεται βασανισμένοι άνθρωποι να γίνονται τόσο σκληροί.

-      Και τι νομίζεις, πως τα βάσανα μαθαίνουν ανθρωπιά;

-      Πότε θα ξαναπάς επισκεπτήριο;

-      Σε ένα μήνα περίπου, που θα κατεβώ Αθήνα.

-      Τους χαιρετισμούς μου να του στείλεις. Πρέπει να με θυμάται.

 

[Οι άντρες συζητούν για λίγο ακόμη κι ύστερα χωρίζουν.

Η Παναγιά παίρνει αγκαλιά το παιδί της και κοιμάται. Στον ύπνο της ονειρεύεται μια κόρη· παριζιάνικη μύτη, φρύδια γραμμένα και χειλάκια για διαφήμιση. Σαν ξυπνά, βρίσκει μπροστά στο εικόνισμά της μια γυναίκα μεγάλη, σχεδόν γριά.

 

Νυχτέρευε δύο μέρες παρακαλώντας για παιδί.]

 

Κώστας Κουτρουμπάκης

Πρώτη δημοσίευση στις 15-8-2020 στην εφημερίδα Αυγή

Συμπεριλήφθηκε στη συλλογή Οι εκπαιδευτικοί γράφουν…, εκδ. Γράφημα, 2020

Κυριακή 7 Αυγούστου 2022

 


Δελτάριο σ’ έναν ποιητή (2)

 

Μπαξέ τσιφλίκι, 08-08-’22

Αγαπητέ μου Οδυσσέα Ελύτη,

 

μεσούντος του θέρους

και της εξ αυτού δόξης των σωμάτων

σου μηνώ

 

η αγκαλιά

δεν διαμελίζεται

δεν διαιρείται

διάγει ακεραία και άφθαρτος

εν γένει και εν είδει

 

η αγκαλιά

είναι το πιο γρήγορο άλμα

 

Σός ειλικρινώς

Κώστας

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2022

 


Με τ’ όνομά σου

 

Ο Θάνατος είναι βαριά

Σαράντα γιατροί και γιατρικά

 

Σαράντα μέρες

Τόσες βαστά η σιωπή

Ύστερα αρχίζει η μνήμη τ’ αναστάσιμα

 

Με τ’ όνομά σου

θα σε θυμάμαι

π α τ έ ρ α


Κ.Κ. 06-08-'22