Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά.

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022




 

I am, you are

 

ό,τι είχαμε

ήταν ένα ζευγάρι χέρια ψηλά

δυο μάτια ουρανό

δυο πόδια σύννεφα

 

φτάναν αυτά

για να στομώσει το μαχαίρι

για να σκουριάσει το κακό

για ν’ ανθίσει το ψωμί

στα χέρια των παιδιών

η ζέστη

στα κόκαλα των γερόντων

 

ποιος τα ’θελε αυτά

μόνο

έχω δεν έχεις

μπορώ δεν μπορείς

είμαι δεν είσαι

 

μ’ ένα ζευγάρι χέρια ψηλά

με δυο μάτια ουρανό

με δυο πόδια σύννεφα

 

με το φως της αστραπής

 

δεν είσαι δεν είμαι

 

 

Κ.Κ. 27-02-’22

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

 


ΦΟΥΓΚΕΣ

 

Το χέρι ξαστόχησε. Διακλαδώσεις, η διαδοχή των θαλάμων, μυχοί βαθιά εργασμένοι απ’ τον χρόνο, ανεξερεύνητα όλα έμειναν, ανάχορδες κιθάρες, άλαλες, στα σπηλαιώματα του σπόγγου. Τα ακροδάχτυλά του, μαθημένα στων βαθών τ’ ανέγγιχτα, αφέθηκαν ασύνειδα σε άλλη, ασπού­δαστη αφή. Ρώγες ηλεκτρίστηκαν με ρεύμα πρω­τόγνωρο, περιέργεια μαζί και λαχτάρα. Βουλι­μικά ανάδευσε τον βυθό, μ’ ακρίβεια ωστόσο κι αρχαιολόγου λεπτότητα.

Κούρος χυτός, ίδιος μπρούτζινος, ξεσκεπάστηκε απ’ το φαιό σεντόνι του πυθμένα. Στο πρόσωπο δε διακρινόταν μειδίαμα – τραγάνα στο χείλος είχε επικαθίσει, αρμύρας καρκίνωμα. Έφεγγε, έστω κι έτσι, η όψη του εφήβου από το αγαπητικό των κούρων κάλλος. Αλλά και το σώμα – παλλόμενο, έμπλεο από τη λανθάνουσά τους κίνηση. Πηγαία εκείνη, αναδυόταν απ’ τον όγκο της πέτρας και των μηρών τη στιβαρότητα.

Επίμονα κοίταξε τα χέρια τα προσκολλημένα στους γλουτούς· τους αστραγαλόσχημους πλο­κάμους της κόμης στους ώμους και στο θώρακα, πεσμένους ανάερα, λες και τους είχε σμιλεύσει αχειροποίητο γλύφανο· τα μάτια – όλο ευγένεια και φως· τα άλκιμα μέλη.

Γλύπτης χορδιστής εργαζόταν στα σπογ­γώδη σπηλαιώματα της ψυχής του, δονώντας ανεξερεύνητους μυχούς με φούγκες αδευτέρωτες.

 

Κώστας Κουτρουμπάκης, Ο Μαραγκός, Ενύπνιο 2018

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022



Καρνάγιο

 

σε είδα μεθυσμένη

στο καρνάγιο

δρυοκολάπτη της χαράς

να χτυπάς τα ξύλα πρύμνα πλώρα

όπως χτυπά το τύμπανο

ο μάγος της φυλής

 

μια σταματημένη μουσική

τα τραβηγμένα σκαριά

 

όμως όποιος ηράσθη

το ξέρει

άναρχος ο μετρονόμος της θάλασσας

ασίγαστες οι φούγκες των κυμάτων

πανδέγμων ο Έρως

χτυπά  το τύμπανο

χωρίς σταματημό

και περιμένει

τα πληγωμένα μας σκαριά

τα τρύπια μας άρμενα

να δοθούν ακέρια

στην τρυφερή του σάρκα

στην ιερή του καταστροφή

στην υψηλή του διάκριση

μέχρι να γίνουν

κρόκαλα

και βότσαλα

και άμμος

 

μεθυσμένη να με πελεκάς

και με τον χτύπο του ίμερου

να με φουντάρεις πάλι

 

μη φοβάσαι

 

ο Έρως ο ιερώς

θα μας λυτρώσει

ο Έρως ο αλμυρός

θα μας σηκώσει

ο Έρως ο αλίμενος

θα μας πάρει μακριά

 

έγια μόλα έγια λέσα

βίρα μάινα

 

δεν έχει τέλος αυτό το ταξίδι

 

Κ.Κ. 23-02-’22 

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

 


Θάλασσα γυνή

 

είναι που όταν είμαι μέσα σου

ο χρόνος ξεγίνεται

σαν τον αχινό που ρίχνει τ’ αγκάθια του

κι ομνύει στη μελάτη

πορτοκαλί του σάρκα

κι εγώ χάνω τα σύμφωνα και τα φωνήεντα

και μιλώ χτένια και κοράλλια

και λέξεις γυαλιστερές

κρυμμένες στην άμμο

και ήδομαι σαν ξέχειλο φλασκί

σαν ποδήλατο σε κατηφόρα

μεσημέρι Παρασκευής μετά το σχολείο

κι απλώνομαι ζυμάρι

στις παλάμες σου

γεμίζω τα δακτυλικά διάκενα

με αστρικό φως

μεγεθύνω το σύμπαν

κοσμογονία

κι ο Έρως σπάει το τσόφλι της Νύχτας

πώς σπουν τα σπλάχνα μου

σαν με κοιτάς

και με κεντάς

θεό δεσμώτη

κι εγώ θνήσκω για σένα

πώς θνήσκει γηρασμένο σαρκίο

για μία μόνο άλκιμη στιγμή

εφηβικής νεότητος

 

πάντα θα είμαι μέσα σου

 

δεν έχει τέλος αυτό το ταξίδι

 

 

Κ.Κ. 18-02-’22

φωτό: Αμμουλιανή, Μεγάλη Άμμος


Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022

 


Η Θάλασσα πάντα

 

Η Θάλασσα –κι ας ίσταται πάμμικρη η γήινή μας σφαίρα– είναι η μεγάλη μήτρα του σύμπαντος.

       Γιατί η Θάλασσα, μ’ όλα της τα βάθη και την άβυσσο, μ’ όλα της τα τέρατα και τα θηρία, είναι αγνή και αμόλυντη. Μέσα της ξαναγινόμαστε· μέσα της δασώνει η ζωή μας, όπως τα φύκια στον βυθό, μέσα της απλώνει η χαρά μας, όπως το αίμα την άνοιξη.

       Κι αν η Γαία εράται τη βαρύτητα, η Θάλασσα εράται την άνωση. Η Θάλασσα μάς υψώνει, γιατί η Θάλασσα ορίζει τον Ουρανό.

       Η Θάλασσα εκθέτει τους λογισμούς μας στο έλεος του έρωτα, την ψυχή μας στην ιερότητα του μένους, το σώμα μας στη δόξα της παραφοράς. Η Θάλασσα μάς διδάσκει το ρίγος, την απεραντοσύνη, τη δίνη της καταβύθισης.

 

Δεν έχει τέλος αυτό το ταξίδι.


Κ.Κ. 12-02-'22

Φωτό: Αμμουλιανή, Καραγάτσια

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2022



 Δίψα

Είναι κάποια του χειμώνα απογεύματα που η πόλη λέει όλη της τη θλίψη. Το σύννεφο ξεπέφτει στα γκρίζα τσιμέντα. Οι περαστικοί σφίγγονται στα πανωφόρια τους –κρύο κι υγρασία. Στα αστικά στριμώχνονται η κούραση κι η αγανάκτηση της αναμονής. Η τηλεόραση εμμένει στη δυστυχία των άλλων.

       Ανοίγω τότε την ομπρέλα και κατεβαίνω παραλία. Κύριοι κρατούν τους σκύλους χαρταετούς τους. Περιπατητές βλέπουν τα ψάρια να ίπτανται νυχτοπεταλούδες. Ένας φακίρης μετεωρίζει τα πλοία που αγκυροβολούν αρόδο. Περπατώ πάνω στο νερό. Από τον βυθό ανεβαίνουν τα δάκρυα των αδικημένων μπουλούκι με τα ανεπίδοτα φιλιά των ανεκπλήρωτων ερώτων· σώμα και αίμα των κυμάτων γλύφουν τα πόδια μου. Βραδιάζει. Πέρα βαθιά μια δέσμη φωτός στη σβέννουσα του ουρανού οθόνη.

 

Σφουγγάρι η ζωή κι η δίψα πιο κι απ’ τη θάλασσα απέραντη.

 

Κ.Κ. 06-02-’22

Η εικόνα αλιευμένη από το διαδίκτυο.

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022

 


Σινέ Λαϊκόν

 

Στις τουαλέτες του «Σινέ Λαϊκόν» στο Βαρδάρι· εκεί έδινε ανελλιπώς τον καλύτερο γλωσσικό εαυτό του. Λυγμικές περιγραφές των κρυφών του προσόντων –και δη του μορίου– και υποσχέσεις για πυρέσσουσες εμπειρίες –όλα δίπλα στον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου. Οι τοίχοι γραμμένοι από πάνω ως κάτω.

Η δουλειά γινόταν σε μια καβάντζα πίσω απ’ τα δικαστήρια, στ’ απομεινάρια των βυζαντινών τειχών. Εκείνο το βράδυ στο ραντεβού πλακώσανε τέσσερις –για σιγουριά, μην ήτανε η αγγελία από τίποτε κλεφτρόνια. Τον βρήκανε ξυρισμένο, παρφουμαρισμένο κι έτοιμο για όλα.

Όμως μετά τα χαλάσανε στα λεφτά. Γερό το ραβαΐσι αλλά πού να φτουρήσουν οι παράδες και τα τζοβαΐρια που ’χε πάνω του για τέσσερις μαζεμένους; Τουμπανιασμένο τον βρήκαν οι μπάτσοι. Την άλλη μέρα οδηγήθηκε στο αυτόφωρο για διακίνηση ουσιών. Το πράμα –σκάρτο έτσι κι αλλιώς– τού το ’χαν φορτώσει οι λεγάμενοι μετά το ξύλο.

Την έβγαλε καθαρή. Όμως στην πιάτσα δεν ξαναφάνηκε. Κάποιοι είπανε ότι τον σώσανε οι γνωριμίες· κάποιοι άλλοι ότι τον είδανε γραβατωμένο στο γυάλινο κτίριο μιας τράπεζας στο Βαρδάρι κι ότι στο Λαϊκόν πήγαινε σκαστός στα διαλείμματα, στις πρωινές προβολές.

 

Στις τουαλέτες του σινεμά τις αγγελίες του για χρόνια δεν τις πείραζε κανείς. Πόσες ψυχές δεν ξεδίψασαν, πόσοι χαρμάνηδες δεν προσκύνησαν, πόσοι κατατρεγμένοι διάβολοι της γκάβλας δεν προσευχήθηκαν μπροστά σ’ αυτό το κατάγραφο συναξάρι!


Κ.Κ.

Φύσηξε Βαρδάρης

με τα μάτια του σήμερα

Ημερολόγιο 2022

Επιμέλεια: Θωμάς Κοροβίνης