Δίψα
Είναι κάποια του χειμώνα απογεύματα που η πόλη λέει όλη της τη θλίψη. Το σύννεφο ξεπέφτει στα γκρίζα τσιμέντα. Οι περαστικοί σφίγγονται στα πανωφόρια τους –κρύο κι υγρασία. Στα αστικά στριμώχνονται η κούραση κι η αγανάκτηση της αναμονής. Η τηλεόραση εμμένει στη δυστυχία των άλλων.
Ανοίγω τότε την ομπρέλα και κατεβαίνω παραλία. Κύριοι κρατούν τους σκύλους χαρταετούς τους. Περιπατητές βλέπουν τα ψάρια να ίπτανται νυχτοπεταλούδες. Ένας φακίρης μετεωρίζει τα πλοία που αγκυροβολούν αρόδο. Περπατώ πάνω στο νερό. Από τον βυθό ανεβαίνουν τα δάκρυα των αδικημένων μπουλούκι με τα ανεπίδοτα φιλιά των ανεκπλήρωτων ερώτων· σώμα και αίμα των κυμάτων γλύφουν τα πόδια μου. Βραδιάζει. Πέρα βαθιά μια δέσμη φωτός στη σβέννουσα του ουρανού οθόνη.
Σφουγγάρι η ζωή κι η δίψα πιο κι απ’ τη θάλασσα απέραντη.
Κ.Κ. 06-02-’22
Η εικόνα αλιευμένη από το διαδίκτυο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου