Τα πεύκα του Λευκού Πύργου
Στον Λευκό Πύργο, σύμβολο της πόλης, είν’ ένα ζευγάρι πεύκα χιαστί.
Το ’να γέρνει περίεργα πάνω στον όγκο του κτιρίου, σα να ’χει βαρύνει απ’ την πολλή ορθοστασία. Τ’ άλλο, παραδομένο στη βαρύτητα, μετά βίας κρατιέται πάνω απ’ τη γη, σα να ’χει σκύψει ν’ αφουγκραστεί τα σεβνταλίδικα φιλιά των εραστών, που σμίγουν λίγο παραπέρα στα πεζούλια.
Τα δέντρα είναι στραμμένα το ’να δεξιά και τ’ άλλο αριστερά σαν παρεξηγημένο ζευγάρι, σαν αντίστιξη αόρατου μουσικού κειμένου, σα να τα φύσηξε ανάστροφος άνεμος ή μάλλον σα να τα ξέχασε εκεί λυγισμένα ο Σίνης ο Πιτυοκάμπτης, ο ληστής, χορτάτος πια από πεύκα, διαμελισμένα δέρατα και δοκιμές προχωρημένης διαστροφής.
Κι αναρωτιέμαι, αυτά τα δέντρα, δίπλα στο σύμβολο της πόλης, μην είναι τελικά η ίδια η πόλη ή μάλλον ο τόπος όπου διαμελίζεται το σώμα της και ληστές πραγματώνουν τις έσχατές τους διαστροφές πάνω στο σεσημασμένο δέρας των δικαίων· οι ανατολικές κι οι δυτικές συνοικίες, οι Ησυχαστές κι οι Ζηλωτές, το Πανόραμα κι ο Δενδροπόταμος, οι Τριεψιλίτες κι οι καπνεργάτες, η Τσιμισκή κι η Μπάρα, οι παρακρατικοί και οι Λαμπράκηδες, τα μνημεία του εκλεκτικισμού και τα γκέτο των Εβραίων, οι «μπαγιάτηδες» κι οι πρόσφυγες, η νέα παραλία και τα καστρόπληκτα, ο Δάγκουλας κι οι ΕΛΑΣίτες.
Πάνε πολύ πίσω όλ’ αυτά. Πιο πίσω κι απ' την αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι πως στον Λευκό Πύργο ο Θησέας στο μεγάλο ταξίδι του δε βρέθηκε ποτέ περαστικός. Ίσως και να ’χε τότε ελευθερώσει κάποιους απ’ τους μελλοθανάτους που μαρτύρησαν κατά καιρούς εδώ, με τρόπους αποτρόπαιους, πιο αποτρόπαιους κι απ’ του διεστραμμένου Σίνη.
Κι όσο για τον μύθο υπάρχει κι η εξής εκδοχή· ότι ο Σίνης
ήταν γιος του Προκρούστη. Κι ίσως, τελικά, μια ακόμη αλήθεια να είναι αυτή, ότι
η πόλη μας έχει πολύ μαρτυρήσει από κλίνες, τεντώματα, κοψίματα, πεύκα και
διαμελισμούς.
Άλλη όμως είναι η πιο μεγάλη αλήθεια· ότι κι εμείς
παραείμαστε επιρρεπείς σε προχωρημένες διαστροφές.
Σφιχτή, μεστή, συμπυκνωμένη προβολή στιγμιοτύπων της ιστορίας και της ιστορικής κοινωνίας της πόλης και όχι μόνο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜένει να ρίξει κανείς το σιρόπι της ανάρτησης στο δικό του προσωπικό διαλυτικό μέσο. Και να δει τα δικά του ρεύματα να παρασύρονται και να παρασύρουν. Πεύκα, πεζούλια, εραστές, μάχες και θανάτους.