Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά.

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

 


Η λύρα

 

Τις προάλλες είχε ο γιος μου αγώνα στα Βασιλικά. Τον άφησα στο γήπεδο και πήρα ν’ ανεβαίνω στους «Κομμένους». Τα ζώα στη βοσκή, με μυρίσαν τα σκυλιά. Χώθηκα σ’ ένα σύθαμνο. Ύστερ’ από λίγο έσκασ’ ο βοσκός. Ξεμύτισα. Τον ρώτησα για τη μάχη. Δεν είχε ιδέα – χολώθηκα. Τα ζώα προχωρούσαν.

Είπα να γυρίσω στο γήπεδο να δω το παιδί. Στον κατήφορο, στον ώμο μου ένα χέρι. Ο τσοπάνης.

-     Έλα, μου λέει. Σε περιμένει.

Ο Χάψας κοτσονάτος, μόνο τα λυτά μαλλιά και τα μουστάκια άσπρο σύννεφο.

-     Εσύ, γιατί ζητάς τους σκοτωμένους;

-     Από χρέος καπετάνιο.

-     Κι από μένα τι θες;

Ίσαμε να ρωτήσει, οι τρίχες του κατράμι. Αντάριασ’ ο τόπος, τα μάτια του αστράψαν, χαθήκαμε μες στον κουρνιαχτό. Φωνές τούρκικες και ρωμαίικες. Ύστερα γερμανικά κι ελληνικά. Ο ΕΛΑΣ Χαλκιδικής. Φουστανελάδες κι αντάρτες αντάμα, μ’ όπλα και φυσεκλίκια. Κι ο Στάμος μπαρουτοκαπνισμένος, μισός κλεφταρματολός μισός παρτιζάνος, φάντασμα λες, να τους ψυχώνει όλους.

-     Μια χαψιά είναι μωρέ, μια χαψιά!

Μόλις κατάκατσ’ η σκόνη σούρθηκε μπροστά μου, μακελεμένος.

-     Κράτα τα νεύρα, τα μαλλιά και το καύκαλο.

Τον έθαψα.

 

Στον ώμο μου ένα χέρι. Ο τσοπάνης.

-     Tη λύρα τι τη θες;

-     Τραγουδάω τους σκοτωμένους.

-     Το ξέρεις που θα σ’ είχαν ορμήξει τα σκυλιά;

Πήρα να κατηφορίζω με τη λύρα στο χέρι.

-     Μπαμπά, γιατί άργησες;

-     Ξεχάστηκα, αγόρι μου.

-     Και τι έκανες;

-     Τραγουδούσα.

-     Τι;

-     Τον γδικιωμό των νικημένων.

«Αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι, πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός.»

 

 

* Ο Στάμος Κάψας, γνωστός με το προσωνύμιο καπετάν Χάψας, συμμετέχει ενεργά στην εξέγερση της Χαλκιδικής το 1821. Τον Μάιο προελαύνει απελευθερώνοντας κωμοπόλεις της Χαλκιδικής και της Θεσσαλονίκης. Στις 10 Ιουνίου σκοτώνεται σε σύγκρουση με τον Μπαϊράμ πασά στους πρόποδες του όρους Βούζιαρη, έξω από τα Βασιλικά.


Κουτρουμπάκης Κώστας,

συμμετοχή σε έκδοση του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Ιωαννιτών με αφορμή τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση.

Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

 ΕΝΑ ΑΙΤΗΜΑ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ

 

ένα αίτημα ο ουρανός

μια γαλάζια κουβέρτα

για κάθε διωγμένο

απ’ τη μήτρα των ονείρων

 

κι εσύ

δώδεκα χρόνια ακέρια

στον θάλαμο αναμονής της μαιευτικής

μας τυλίγεις

όσο αχνίζουμε ακόμη αμνιακό υγρό

και μας αφήνεις

μπαλόνια με ήλιο

για τ’ ουρανού

το γαλάζιο τσίρκο

 

Κ.Κ. 24-03-’21

[παντάγερος κι αγκαλιασμένος, αστέρι μας, Στρατή μας]

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

 

ΛΕΒΙΑΘΑΝ

ήρθες με την προβιά

κάτω απ’ τ’ ανθισμένο στόμα σου

 

κι εγώ σε δέχτηκα

με χέρια γιατρεμένα απ’ τα καρφιά

με μάτια λυτρωμένα απ’ τη χλεύη

 

σαν ξαναρίχτηκες πάνω μου

κατάλαβα

πως μες στην ακατάπαυτη των πάντων αλλαγή

μες στη σερνάμενη νέα τάξη

η μόνη απαράγραπτη αρχή

το μόνο ακατάλυτο κράτος

 

είναι το δικό σου

καμουφλαρισμένο

τομάρι


Κ.Κ. 20-03-'21

Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

 
ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΒΑΚΤΡΟΥ

 

Στον αστερισμό του βάκτρου τίποτε δε γειώνεται. Φιδογυρίζουν τ’ αστέρια στη λαβή, στροβιλίζονται δερβίσικα, φεύγουν σφεντόνα στο στερέωμα. Κανένα νεφέλωμα δεν τα κρύβει. Λάμπουν αγάντα! και βάστα καρδιά!. Δένονται λευκή κοτσίδα κι υψώνουνε γροθιά στον ήλιο –δόντια λύκου.

Στον αστερισμό του βάκτρου τ’ αστέρια γυαλίζουν τα παπούτσια τους, φοράνε το παλτό τους και βγαίνουν στον δρόμο. Πλάι τους πετάνε άγγελοι. Κι όσο σπασμένα τόσο φτερά.

Τ’ αστέρια τούς χειροκροτούνε.

 

Έτσι φωτίζονται οι μαύρες τρύπες.

 

Κ.Κ. 13-03-’21

 

 Στον δικηγόρο Κώστα Βουτσά, που στις 11 Μαρτίου 2021 στη Θεσσαλονίκη άφησε στην άκρη το βάκτρο του και χειροκρότησε την πορεία των φοιτητών ενάντια στην είσοδο των αστυνομικών δυνάμεων στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.

Άμποτε να γερνάμε όλοι έτσι.

Σάββατο 6 Μαρτίου 2021


 

Δοκιμές ανώδυνων εξόδων

 

Πριν πολλά χρόνια συνέβησαν.

       Λένε πως ο γιος είχε πάρει βαριά το προϊόν γήρας του πατέρα. Χήρος κιόλας εκείνος· κούγιαβλο μονάχο.

       Του είχε μια γυναίκα να τον φροντίζει. Περνούσε κι ο ίδιος, τρεις τέσσερις φορές την εβδομάδα –παιδιά κι υποχρεώσεις.

       Τον κοιτούσε ο πατέρας –κι εκείνον και όλους– μ’ εκείνο το βλέμμα που σε κάθε ανοιγοκλείσιμο των ματιών σπίθιζε τη ματαιότητα των ανθρώπινων πραγμάτων. Έπεφτε ο γιος σε πρόωρο θρήνο –και βουβό– κάθε φορά που εννοούσε το αναπότρεπτο.

       Ώσπου στα ενενήντα πέντε φάνηκαν τα πρώτα σημάδια.

-     Πατέρα, μαύρη τρίχα είν’ αυτή;

-     Μπα! Πού βρέθηκε;

 

Γέμιζε λίγο λίγο τ’ ορφανό κρανίο, οι τρίχες μαύριζαν. Τα πλαδαρά μέλη έσφιγγαν, το πρόσωπο ρόδιζε μπουμπούκια.

       Καιρό αυτά. Μέχρι που ο πατέρας ξανάγινε μεσήλικας, έφηβος, παιδί. Τη μέρα που μπήκε –με πόνους– πίσω στην κοιλιά της μάνας του κι άρχισε να πλέει στο αμνιακό υγρό, ο γιος του δέχτηκε την προγραμματισμένη επίσκεψη του εγγονού, που είχε πάρει –λένε– βαριά το προϊόν γήρας του πατέρα κι έπεφτε σε πρόωρο θρήνο –και βουβό– κάθε φορά που εννοούσε το αναπότρεπτο.

       Του ’κανε μπάνιο, τον έλουσε, τον έντυσε και τον κάθισε σε μια καρέκλα της κουζίνας.

 

Καθώς τον χτένιζε, βρήκε την πρώτη μαύρη τρίχα.

 […]

 

Κ.Κ. 07-03-’21

(Η φωτό αλιευμένη από το διαδίκτυο).

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

 

Τα πεύκα του Λευκού Πύργου

 

Στον Λευκό Πύργο, σύμβολο της πόλης, είν’ ένα ζευγάρι πεύκα χιαστί.

Το ’να γέρνει περίεργα πάνω στον όγκο του κτιρίου, σα να ’χει βαρύνει απ’ την πολλή ορθοστασία. Τ’ άλλο, παραδομένο στη βαρύτητα, μετά βίας κρατιέται πάνω απ’ τη γη, σα να ’χει σκύψει ν’ αφουγκραστεί τα σεβνταλίδικα φιλιά των εραστών, που σμίγουν λίγο παραπέρα στα πεζούλια.

Τα δέντρα είναι στραμμένα το ’να δεξιά και τ’ άλλο αριστερά σαν παρεξηγημένο ζευγάρι, σαν αντίστιξη αόρατου μουσικού κειμένου, σα να τα φύσηξε ανάστροφος άνεμος ή μάλλον σα να τα ξέχασε εκεί λυγισμένα ο Σίνης ο Πιτυοκάμπτης, ο ληστής, χορτάτος πια από πεύκα, διαμελισμένα δέρατα και δοκιμές προχωρημένης διαστροφής.

Κι αναρωτιέμαι, αυτά τα δέντρα, δίπλα στο σύμβολο της πόλης, μην είναι τελικά η ίδια η πόλη ή μάλλον ο τόπος όπου διαμελίζεται το σώμα της και ληστές πραγματώνουν τις έσχατές τους διαστροφές πάνω στο σεσημασμένο δέρας των δικαίων· οι ανατολικές κι οι δυτικές συνοικίες, οι Ησυχαστές κι οι Ζηλωτές, το Πανόραμα κι ο Δενδροπόταμος, οι Τριεψιλίτες κι οι καπνεργάτες, η Τσιμισκή κι η Μπάρα, οι παρακρατικοί και οι Λαμπράκηδες, τα μνημεία του εκλεκτικισμού και τα γκέτο των Εβραίων, οι «μπαγιάτηδες» κι οι πρόσφυγες, η νέα παραλία και τα καστρόπληκτα, ο Δάγκουλας κι οι ΕΛΑΣίτες.

Αρχή φόρμας

Τέλος φόρμας

 

Πάνε πολύ πίσω όλ’ αυτά. Πιο πίσω κι απ' την αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι πως στον Λευκό Πύργο ο Θησέας στο μεγάλο ταξίδι του δε βρέθηκε ποτέ περαστικός. Ίσως και να ’χε τότε ελευθερώσει κάποιους απ’ τους μελλοθανάτους που μαρτύρησαν κατά καιρούς εδώ, με τρόπους αποτρόπαιους, πιο αποτρόπαιους κι απ’ του διεστραμμένου Σίνη.

Κι όσο για τον μύθο υπάρχει κι η εξής εκδοχή· ότι ο Σίνης ήταν γιος του Προκρούστη. Κι ίσως, τελικά, μια ακόμη αλήθεια να είναι αυτή, ότι η πόλη μας έχει πολύ μαρτυρήσει από κλίνες, τεντώματα, κοψίματα, πεύκα και διαμελισμούς.

Άλλη όμως είναι η πιο μεγάλη αλήθεια· ότι κι εμείς παραείμαστε επιρρεπείς σε προχωρημένες διαστροφές.

 

Οι Πιτυοκάμπτες προϋποθέτουν τους οσφυοκάμπτες.

Κ.Κ. 06-03-'21
(Η φωτό δική μου)