Νέκυια
Ι
Καθώς
έφευγε ο Οδυσσέας απ’ τον Άδη ήρθε και του ’φραξε τον δρόμο ο Αστυάνακτας, που οι Αχαιοί γκρεμίσανε μωρό απ’ τα τείχη της Τροίας. Τα χέρια του Δαναού μες
στα αίματα.
«Θεού θέλημα» φώναξε ο Αστυάνακτας κι άρχισε να του γλείφει τις παλάμες. Τελειώνοντας «Έτσι λατρεύεται ο Άνθρωπος» είπε κι έφυγε.
Έκτοτε
ο Οδυσσέας μηχανεύεται τον νόστο του και κάθε βράδυ ρίχνεται μωρό απ’ τα τείχη της
Τροίας.
ΙΙ
Το
αίμα σαν το ποτάμι –δεν γυρίζει πίσω.
ΙΙΙ
Ο
θάνατος, μαύρος καθρέφτης, αντανακλά τη ζωή –καθώς την προϋποθέτει.
Κ.Κ. 01-10-'22
Η Ανδρομάχη προσπαθεί να διαφυλάξει τον Αστυάνακτα από τον
Οδυσσέα.
Silvestre, Louis de, 1708.