Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά.

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2025

 


Ψηλά

 

Παίρνεις τον δρόμο για τ’ Αλώνια. Στον ανήφορο η πόλη ψάλλει το αίμα της. Στέκεσαι στην αγαπημένη σου εκκλησιά. Πας ίσια στο ψαλτήρι κι αρχινάς. Τα τεριρέμ σκαρφαλώνουν στον τρούλο. Η σφαίρα στροβιλίζεται. Κάθε χρόνο και πιο ψηλά τραγουδάς –στ’ Αηδόνια.


Κ.Κ. 07-12-2025

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2025

 


Κάθε 17η του Νοέμβρη

 

Μαυρίζει το αίμα όταν ξεραίνεται

 

όμως τα κόκαλα

–ιδίως τα σκοτωμένα–

χρόνο τον χρόνο

λάμποντας λιώνουν

σε πάλλευκη φωταύγεια

 

χαραμάδα

στο σκοτάδι των καιρών

 

Κ.Κ. 17-11-2025

Σάββατο 30 Αυγούστου 2025

 


ΠΥΡΟΦΑΝΙ

 

Παραμονή Δεκαπενταύγουστου το πυρό ηλιοβασίλεμα στο Βρότσλαβ μια σαγήνη. Στον ναό της Αγίας Ελισαβέτ μουσικές. Το Ave Maria. Μπήκα.

       Το φως μέσ’ απ’ τα βιτρό φανέρωνε και φανερωνόταν. Ο γοτθικός ναός με τα οξυκόρυφα τόξα και την καθ’ ύψος ανάπτυξη εκβίαζε το βλέμμα μου προς τα πάνω. Μα κάτι το κρατούσε χαμηλά.

       Στο πυροφάνι οι λάμπες στην πλώρη φωτίζουν τελετουργικά την πορεία των ψαριών προς τον θάνατο.

       Το καρότσι έμοιαζε παιδικό. Ο άντρας, γενειοφόρος, γύρω στα τριάντα, βρισκόταν εκεί ανακεκλιμένος, με το βλέμμα αναπότρεπτα ψηλά, στο άνωθεν φως. Με το αριστερό χέρι υψωμένο, τιναζόταν απότομα προς τα εμπρός κι ύστερα έπεφτε με φόρα προς τα πίσω, σε μιαν ατέρμονη προσπάθεια ν’ αγγίξει, λες, τη δόξα των ουρανών. Η κίνηση αυτή διακοπτόταν από κάτι μακριές υφασμάτινες λωρίδες που μασούσε πότε πότε μέχρι να τις φτύσει κάτω, στο δάπεδο του ναού. Ήταν κρεμασμένες στο πίσω μέρος του καροτσιού, όπου στέκονταν όρθιοι οι γονείς του. Έσκυβαν τακτικά προς το μέρος του χαϊδεύοντάς του το κεφάλι. Στον ενδιάμεσο χρόνο χαμογελούσαν και δε θα ’ταν υπερβολή να πω ότι φλέρταραν μεταξύ τους, σαν να ’χαν μόλις γνωριστεί.

       Μόλις τέλειωσε το Ave Maria, βγήκα. Δεν χρειαζόταν, άλλωστε, τίποτε άλλο να δω.

       Στο πυροφάνι κάθε ιχθύς συμβολίζει δύο τεμνόμενα οξυκόρυφα τόξα, που θεώνονται τελετουργικά, ανυψούμενα στη δόξα των ουρανών.

 

 

*πυροφάνι το [pirofáni] Ο44 : ειδική σχάρα στην πλώρη μικρού αλιευτικού επάνω στην οποία τοποθετούνται ένα ή περισσότερα φανάρια που το φως τους προσελκύει τα ψάρια.

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής,

https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CF%80%CF%85%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%AC%CE%BD%CE%B9&dq=

Η φωτό από το εσωτερικό της Αγίας Ελισάβετ

 

Κ.Κ. 30-08-’25

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2025

 


Μισές αλήθειες

 

Αυτός ο τόπος –όπως και όλοι αυτοί οι τόποι– υπήρχε από πάντα. Αυτό το σπίτι –πέτρα την πέτρα– υπήρχε από πάντα. Αυτό το κυπαρίσσι –χελιδόνι λες, μπαμπάκι του πάνω κόσμου και κατράμι του κάτω– υπήρχε από πάντα.

       Κι αυτή η μέρα –όπως όλες αυτές οι μέρες– υπήρχε από πάντα. Μόνο η επιγραφή μπήκε ύστερα. Ίσως γι’ αυτό να παραλείπονται δωσίλογοι και ντόπιοι συνεργάτες.

 

ΚΟΙΝΟΤΑΦΕΙΟ – ΟΣΤΕΟΦΥΛΑΚΕΙΟ

ΚΑΕΝΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ

ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ

ΤΗΝ 2-9-1944

ΟΙΚΙΑ ΝΤΑΜΠΟΥΔΗ


Κ.Κ. 26-08-'25

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

 


Ο νικητής

 

«τον χρόνο ποιος τον νίκησε;»

συλλογιέμαι

όσο το βλέμμα μου

–πέρασαν μήνες–

ορίζει ξανά το πρόσωπό σου

 

σα να μ’ άκουσες

–μ’ άκουσες, δεν μπορεί–

 

«μου ’λειψες»

μου λες

πνίγοντας ένα δάκρυ


K.K. 19-07-2025

Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

 


Ο Αντωνάκης μας

 

«Θα κάτσεις να σε κεράσω καφέ»;

«Πάλι κερνάς καφέδες; Μέσα θα το βάλεις το μαγαζί...»

Αυτός ο διάλογος –που επαναλαμβάνεται αδιάλειπτα– είναι εδώ και χρόνια μέρος της τελετής των επισκέψεών μου στο βιβλιοπωλείο του Αντωνάκη. Αντωνάκη τον λέμε όλοι, μικροί - μεγάλοι, μισοαγαπητικά μισοϋποτιμητικά –η γνωστή αμφισημία των χαϊδευτικών. Μέσα στο βιβλιοπωλείο φωτογραφίες με τον Ρασούλη, τον Μπουτάρη και τον Μέσκο. Πώς να τον φωνάζανε κι αυτοί;

Μια σταλιά μέρος το Κεντρί, σαν κουφάλα μεγάλου δέντρου, τρεις άνθρωποι όρθιοι με το ζόρι χωράνε και τα βιβλία να σκαρφαλώνουν μέχρι και στους τοίχους –του πνεύματος άγριες περικοκλάδες. Σε μια γωνιά χωμένη και η ταμιακή με το κομπιούτερ, με το οποίο ο Αντωνάκης δεν τα έχει και πολύ καλά· τις παραγγελίες τις σημειώνει χειρόγραφα σε τετράδιο και δασκαλεύει και τους υπαλλήλους του να πορεύονται αναλόγως.

Το Κεντρί είναι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης –τι κέντρο δηλαδή, καράκεντρο, στο Ναβαρίνο– και ως εκ τούτου είναι και κέντρο διερχομένων, στέκι βιβλιόφιλων και γραφιάδων παντός είδους, τους οποίους ανελλιπώς κερνά καφέδες ο Αντωνάκης παρά τις επίμονες επιπλήξεις μου. Δίνουν και παίρνουν, καιρού επιτρέποντος, οι καφέδες –και ενίοτε και οι ρακές– στο ξύλινο τραπεζάκι που βγαίνει εν τω άμα και στήνεται με τα νώτα στο γαλεριανό συγκρότημα, προς την πλευρά της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Δε μασάει από μιζέριες το αφεντικό· είναι άπλα και κερνάει αβέρτα.

Δε θα ξεχάσω τη χαρά που πήρα, όταν είδα το πρώτο μου βιβλίο στη βιτρίνα του Αντωνάκη. Και δεν είναι μόνο που το αφεντικό είναι ενημερωμένο όσο λίγοι της δουλειάς ή ότι το βιβλιοπωλείο είναι στο Ναβαρίνο, κι όσο να πεις όλο και κοντοστέκονται οι φιλαναγνώστες πάσης φύσεως και κοιτούν. Είναι που για κάθε συγγραφέα, Θεσσαλονικιό ειδικά, η βιτρίνα του Αντωνάκη είναι το Γουέμπλεϊ των βιβλίων. Ένας ποιητής της πόλης μού είπε κάποτε εμπιστευτικά: «Είναι αλλιώς εδώ· ψηλώνεις.»

Με τον Αντωνάκη ταιριάζουμε και στα πολιτικά. Πηγαίνουμε μάλιστα ενίοτε παρέα και στις πορείες, ανελλιπώς δίνοντας κάθε χρόνο το παρόν σ’ αυτήν του Πολυτεχνείου. Πιάνουμε τότε κάτι κουβέντες ανερμάτιστες, απ’ τη μια όλα μας φταίνε κι απ’ την άλλη venceremos και αριστερό εξτρέμ αισιοδοξία, μπαίνουμε στη Σαλονίκη καβαλαρία στ’ άλογα, όπως ο καπετάν Νικήτας του ΕΑΜ.

 

«Σ’ όλα χρειάζεται κάποια τελετή» λέει η αλεπού στον Μικρό Πρίγκιπα του Εξυπερύ. Κι ο Αντωνάκης, ο Αντωνάκης μας, είναι και μαέστρος και τελετάρχης και μύστης μέγας της ραστώνης και της αχρονίας. Στα βιβλία του, τα κρεμασμένα θαρρείς ώρες ώρες απ’ το ανάστροφο κοχύλι του ουρανού, μα πιο πολύ στο βλέμμα του, ψάχνουμε όλοι οι θαμώνες εκείνες τις στιγμές που σπάνε το φράγμα του πεπερασμένου μας χρόνου.


Κ.Κ. 14-05-2025

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

 


Δικαίωση

 

Έτσι τα ’φερα.

Μια ζωή

με το μαχαίρι στην πλάτη.

 

Και δεν ήταν που δεν ένιωθα

κάθε φορά

τα βήματα πίσω μου

να πλησιάζουν.

 

Ήταν που έδινα

στους επίδοξους δολοφόνους μου

μια τελευταία ευκαιρία

να μετανοήσουν.

 

Επαξίως έτσι διεκδικώ

τον τίτλο του βλάκα.

 

Κάποιοι με λένε ποιητή.

 

Κ.Κ. 21-03-2025

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2025

 


Αγέλη

 

μια μαύρη κόρη

με το μαύρο της κορμί

–ξόανο σωστό

δόξα της προσκύνησης–

 

βογκάει τις μέρες της

πάνω σε μαύρες κλίνες

ματώνει τις ρώγες της

πάνω στην κόψη των χαρτονομισμάτων

 

τα ξημερώματα

μετά τη βάρδια

τσιγάρο στο τσιγάρο

η ίδια σκηνή

 

ο θειος της στην καλύβα

κι εκείνη κουτάβι

με το φίμωτρο στο στόμα

 

«η μάνα της την είχε ορμηνέψει

για το δόντι των αρσενικών»

–να λένε οι άλλες γυναίκες

 

τέλος θυμάται τον μάγο

πώς κάποτε

που η φυλή στροβιλιζόταν

γύρω απ’ τη φωτιά

την είχε κι αυτός ξορκίσει

 

«μη σηκώσεις το βλέμμα σου κατάντικρυ στον ήλιο

μην ξεγελαστείς»

 

(Όχι πως το σήκωσε ποτέ της.

Κι ίσως βέβαια ακριβώς γι’ αυτό

να μην τη συγχώρησε ποτέ κανείς.)

 

Κ.Κ. 2021-2025

(Η φωτό αλιευμένη από το διαδίκτυο)