Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά.

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

 


Δικαίωση

 

Έτσι τα ’φερα.

Μια ζωή

με το μαχαίρι στην πλάτη.

 

Και δεν ήταν που δεν ένιωθα

κάθε φορά

τα βήματα πίσω μου

να πλησιάζουν.

 

Ήταν που έδινα

στους επίδοξους δολοφόνους μου

μια τελευταία ευκαιρία

να μετανοήσουν.

 

Επαξίως έτσι διεκδικώ

τον τίτλο του βλάκα.

 

Κάποιοι με λένε ποιητή.

 

Κ.Κ. 21-03-2025

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2025

 


Αγέλη

 

μια μαύρη κόρη

με το μαύρο της κορμί

–ξόανο σωστό

δόξα της προσκύνησης–

 

βογκάει τις μέρες της

πάνω σε μαύρες κλίνες

ματώνει τις ρώγες της

πάνω στην κόψη των χαρτονομισμάτων

 

τα ξημερώματα

μετά τη βάρδια

τσιγάρο στο τσιγάρο

η ίδια σκηνή

 

ο θειος της στην καλύβα

κι εκείνη κουτάβι

με το φίμωτρο στο στόμα

 

«η μάνα της την είχε ορμηνέψει

για το δόντι των αρσενικών»

–να λένε οι άλλες γυναίκες

 

τέλος θυμάται τον μάγο

πώς κάποτε

που η φυλή στροβιλιζόταν

γύρω απ’ τη φωτιά

την είχε κι αυτός ξορκίσει

 

«μη σηκώσεις το βλέμμα σου κατάντικρυ στον ήλιο

μην ξεγελαστείς»

 

(Όχι πως το σήκωσε ποτέ της.

Κι ίσως βέβαια ακριβώς γι’ αυτό

να μην τη συγχώρησε ποτέ κανείς.)

 

Κ.Κ. 2021-2025

(Η φωτό αλιευμένη από το διαδίκτυο)


Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2024

 


Οι μοδίστρες

 

Αντάμωσαν ξανά ύστερα από χρόνια, στη Ναυτιλιακή, δίπλα στη Ροτόντα, μέρα λαμπρή του χειμώνα που θα ’σβηνε λίγο αργότερα πίσω απ’ τον Όλυμπο σε φωτογραφικό ηλιοβασίλεμα. Ούτε και που το ’χανε βεβαίως σχεδιάσει, τυχαία έγινε, όπως άλλωστε γίνονται όλα αυτά.

       Δίπλα δίπλα τα τραπέζια. Αλλάξανε κεράσματα κι ευχές δυο φορές –για τα Χριστούγεννα– κι έπειτα χάθηκε καθεμιά στην παρέα της όσο ο υπόγειος διάλογος φούντωνε κάτω απ’ τα πιάτα με τα ψαρικά.

Αδερφές μοδίστρες, χρόνια στο βελόνι, να ράβουνε πάντα μαζί την υψηλή κοινωνία, μηχανικούδαινες, γιατρέσσες και τα λοιπά. Οι γονιοί τους, πρόσφυγες από τη θάλασσα του Μαρμαρά, εγκαταβιούσαν στα ύστερά τους στο πίσω δωμάτιο από το διαμέρισμα-ραφτάδικο. Στο ίδιο δωμάτιο η μεγάλη –που αν υπάρχει Θεός, θα έχει σίγουρα αγιάσει– γηροκομούσε πρώτα τα πεθερικά της, καθώς και μια θεια της αργότερα. Στο μεταξύ, όσο αυτές ξενυχτούσαν για να προλαβαίνουνε τις ημερομηνίες, κάτι παιδιά μεγαλώνανε μισομόνα τους παίζοντας με τα ρετάλια και διαβάζοντας στο ίδιο τραπέζι με τη φορμάικα, όπου απλώνονταν τα πατρόν. Οι σύζυγοι πρόκοψαν - δε πρόκοψαν με τις δουλειές –κι ούτε που ξέρω τι θα γινόμασταν μικροί-μεγάλοι, αν δεν ήτανε το βελόνι· σ’ αυτό άλλωστε χρωστάω την ίδια μου την ύπαρξη κι εγώ.

Είχανε βεβαίως και χαρές οι μοδίστρες, τα παιδιά σπουδάσανε όλα, κάνανε δικές τους οικογένειες, εξόν ένα. Η μικρή ίσα που πρόλαβε να δει το πρώτο της εγγόνι –έφυγε από εγκεφαλικό στα εβδομήντα πέντε της, πριν ακόμη εκείνο χρονίσει. Η μεγάλη τα κανάκεψε περισσότερο, όσο τουλάχιστον είχε τα καλά της. Γιατί ήρθαν αρρώστιες ύστερα και γηρατειά και κείνη, που πάντα ήταν πούπουλο που χάιδευε τους άλλους, έγινε μολύβι ασήκωτο και το μυαλό της γυρνούσε ποιος ξέρει πού.

Παλιά πράγματα, ψαλιδισμένα τόπια, ρετάλια στο ραφτάδικο. Κι ούτε βεβαίως που ανταμώσαν οι μοδίστρες στη Ναυτιλιακή –είναι εξάλλου από χρόνια πεθαμένες. Μόνο εμείς ανταμώσαμε, τυχαία, όπως άλλωστε γίνονται όλα αυτά, εγώ, ο γιος της μικρής με την κόρη της μεγάλης, τα ξαδέρφια, που ασπρίζουμε κι οι δυο μας τώρα πια για τα καλά, κι έρχονται κι αυτά και στριμώχνονται, εμμονικά, χρονιάρες μέρες, κάτω απ’ τα πιάτα με τα ψαρικά στο διπλανό τραπέζι, μακαριά για τους κεκοιμημένους.

 

Κ.Κ. 23-12-2024


Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2024

 


Ακρωτήρι

 

Πέφτω για ύπνο· κουρέλι. Ξυπνώ κλαίγοντας, με μια αγωνία θανάτου. Μ’ αρπάζει η μάνα μου και με κολλάει στη ρόγα. Χτυπάν την πόρτα τα παιδιά για κάλαντα.

Ακόμα τώρα, θηλάζω ουρανό.


Κ.Κ. 22-12-2024

(Γ. Ιακωβίδης, Παιδικό κονσέρτο, 1894)

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024

 


Ολόγιομος

 

είναι κάποιος

μαζί του παίζουμε κρυφτό

σαν το φεγγάρι

πίσω απ’ τα σύννεφα

 

μια μέρα

ολόγιομος

θα λάμψει

 

Κ.Κ. 12-10-’24


Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2024



Σκιές

 

αίμα σφαγμένο σε λευκό τραπεζομάντιλο

οι ανταύγειες των κερμάτων στο τραπέζι

οι σκιές και το σκοτάδι

καμιά προδοσία

ανέξοδη

 

Κ.Κ. 14-09-’24